📝 Αυτό το άρθρο δημοσιεύτηκε αρχικά στο psycholozin.gr στις 15 Μαϊου 2025

Η έννοια της ανατροφής είναι αρκετά περίπλοκη, καθώς πρόκειται για μια δυναμική διαδικασία στην οποία διαδραματίζουν ρόλο διαφορετικοί παράγοντες, όπως το αναπτυξιακό ιστορικό των γονέων, η προσωπικότητα των γονέων, η συντροφική σχέση μεταξύ των γονέων, η εργασία, το ευρύτερο κοινωνικό πλαίσιο, τα ιδιοσυγκρασιακά στοιχεία του παιδιού, το αναπτυξιακό ιστορικό του παιδιού και η γενετική (Ζαφειροπούλου και συν., 2012).
Γονεϊκό στυλ και γονεϊκή πρακτική
Το γονεϊκό στυλ αφορά την αντίληψη της συμπεριφοράς των γονιών από τα παιδιά, ενώ η γονεϊκή πρακτική αναφέρεται στην ίδια την συμπεριφορά που έχει συγκεκριμένο στόχο και περιεχόμενο (Γεωργίου, 2011).
Ενώ οι γονεϊκές πρακτικές επηρεάζουν άμεσα την ανάπτυξη του παιδιού, το γονεϊκό στυλ μεσολαβεί στην επίδραση που ασκούν οι γονεϊκές πρακτικές στην ανάπτυξη του παιδιού μέσω μετασχηματισμού του τρόπου αλληλεπίδρασης γονέα – παιδιού και μέσω επιρροής προσωπικών χαρακτηριστικών του παιδιού, κυρίως της δεκτικότητας του ως προς την γονεϊκή επίδραση (Darling και Steinberg 1993).
Οι αξίες και οι στόχοι των γονέων μπορούν να επηρεάσουν την διαμόρφωση του γονεϊκού στυλ και της γονεϊκής πρακτικής (Γεωργίου, 2011).
Το ερευνητικό έργο της Baumrind (1991) έδειξε πως το γονεϊκό στυλ αναπτύσσεται γύρω από δύο διαστάσεις ,την απαιτητικότητα ή αλλιώς τον έλεγχο και την φροντίδα την διαθεσιμότητα που εκφράζουν οι γονείς προς τα παιδιά τους. Συνεπώς, διαμορφώνονται τέσσερα γονεϊκά στυλ:
- το διαλεκτικό ή δημοκρατικό
- το αυταρχικό
- το παραχωρητικό ή ανεκτικό
- το αδιάφορο ή αμμέτοχο
Αυτά διαφέρουν τόσο ποσοτικά όσο και ποιοτικά. Οι δημοκρατικοί και αυταρχικοί γονείς παρουσιάζουν περισσότερο το στοιχείο του ελέγχου, σε αντίθεση με τους ανεκτικούς και αδιάφορους γονείς.
Ο βαθμός της φροντίδας είναι υψηλότερος στο δημοκρακτικό και ανεκτικό στυλ, ενώ χαμηλότερος στο αυταρχικό και αδιάφορο στυλ (Γεωργίου, 2011).
Η σημαντική διαφορά μεταξύ του δημοκρατικού και του αυταρχικού γονέα είναι ότι ο πρώτος συνδυάζει τον έλεγχο και τις απαιτήσεις του προς το παιδί του με το στοιχείο της στοργής και ζεστασιάς, που απουσιάζουν από τον δεύτερο.
Αντίστοιχα, η βασική διαφορά ανάμεσα στους δημοκρατικούς γονείς και τους ανεκτικούς είναι ότι ο βαθμός καθοδήγησης και οι προσφερόμενες ευκαιρίες για μίμηση προτύπου είναι υψηλότερα στους πρώτους σε αντίθεση με τους δεύτερους γονείς (Wilmshurt, 2011).
Δημοκρατικοί/ Διαλεκτικοί γονείς
Οι δημοκρατικοί ή αλλιώς διαλεκτικοί γονείς δείχνουν υψηλή αποδοχή και στοργή στα παιδιά τους, τους ασκούν σταθερό έλεγχο και τους προσφέρουν κατάλληλη αυτονομία.
Έτσι, τα παιδιά αναπτύσσουν την έννοια εαυτού και υψηλή αυτοεκτίμηση (Wilmshurt, 2011). Τα παιδιά των δημοκρατικών γονέων δεν ερμηνεύουν την άσκηση ελέγχου ως απαγόρευση. Νιώθουν πως έχουν την προσοχή και το ενδιαφέρον των γονέων τους, ότι τα εμπιστεύονται και ότι επικοινωνούν καλά. Έτσι, μπορούν να διαπραγματευτούν τον βαθμό της ελευθερίας τους, να εκφράσουν τα αιτήματα τους, αλλά και να συμμορφωθούν με τις υποχρεώσεις τους.
Οι διαλεκτικοί γονείς εμπλέκονται στην ζωή των παιδιών τους, συμμετέχουν στην λήψη αποφάσεων για αυτά, παραμένουν διαθέσιμοι και ανταποκρίνονται στις ανάγκες τους, παρατηρούν την συμπεριφορά τους, επιθυμούν να γνωρίζουν τι κάνουν και που βρίσκονται. Οριοθετούν τις συμπεριφορές των παιδιών τους με την «εξουσία» που τους δίνει ο ρόλος τους, λένε «όχι» και έχουν υψηλές προσδοκίες (Γεωργίου, 2011).
Αυταρχικοί γονείς
Ο αυταρχικός γονέας εμφανίζει χαμηλή αποδοχή και ζεστασιά στα παιδιά του, ασκεί έλεγχο με σταθερό και πιεστικό τρόπο, δίνει ακατάλληλη ή ελάχιστη αυτονομία με αποτέλεσμα το παιδί να είναι αγχώδες και εχθρικό και να δυσκολεύεται στην συνεργασία (Wilmshurt, 2011).
Το παιδί του αυταρχικού γονέα αξιολογεί αρνητικά την σχέσης τους και προσπαθούν να αποφύγουν την επικοινωνία μαζί τους. Αισθάνεται ότι δεν το εμπιστεύεται, ότι επιβάλλει την γνώμη του, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να αναλάβει πρωτοβουλίες και να επιλύσει μόνο του τα προβλήματα του. Ερμηνεύουν την συμπεριφορά του ως συνεχή επίκριση, υποτίμηση, ψυχολογική ασφυξία (Γεωργίου, 2011).
Ανεκτικοί/ Παραχωρητικοί γονείς
Το ανεκτικό γονεϊκό στυλ χαρακτηρίζεται από υψηλή αποδοχή, πολλή στοργή και υπερβολική επιείκεια, απουσία ελέγχου και ακατάλληλη ή υπερβολική ανεξαρτησία, διαμορφώνοντας ένα παιδί απαιτητικό, με χαμηλή ατομική ευθύνη και αυτοέλεγχο (Wilmshurt, 2011).
Τα παιδιά περιγράφουν τους γονείς τους ως άνετους και αισθάνονται πως δεν ασκείται αποτελεσματικός έλεγχος στην συμπεριφορά τους. Έτσι, δεν γνωρίζουν από όρια στην ζωή τους, αποκτούν μια αυξημένη δικαιωματικότητα και θεωρούν πως η συμπεριφορά τους δεν θα έχει συνέπειες (Γεωργίου, 2011).
Αμέτοχοι/ Αδιάφοροι γονείς
Τέλος, ο αμέτοχος κι αδιάφορος γονέας συχνά είναι απόμακρος και εγωκεντρικός. Δείχνει ελάχιστη αποδοχή, στοργή και έλεγχο στο παιδί, τείνει προς την παραμέληση, και αδιαφορεί για τα επίπεδα αυτονομίας του παιδιού. Έτσι, το παιδί εμφανίζεται εξαρτημένο. Είναι πιθανό να αναπτύξει παρορμητικότητα, φυγοπονία, να έχει παραβατικές συμπεριφορές, να κάνει κοπάνες και χρήση ουσιών (Wilmshurt, 2011).
Το παιδί αισθάνεται πως ο γονέας του δεν το στηρίζει και δεν το ενθαρρύνει να οργανώσει την συμπεριφορά του αρκετά. Αυτό ερμηνεύεται ως έλλειψη ενδιαφέροντος. Ο αδιάφορος γονέας τείνει να μην επιβλέπει και εποπτεύει το παιδί του (Γεωργίου, 2011).
Πηγές:
- Γεωργίου Σ. Ν. (2011). Ψυχολογία των οικογενειακών συστημάτων. Εκδόσεις Διάδραση
- Wilmshurst. L. (2011). Εξελικτική Ψυχοπαθολογία: Μια αναπτυξιακή προσέγγιση.
- Επιστημονική Επιμέλεια: Ηλίας Γ. Μπεζεβέγκης. Εκδόσεις Gutenberg

